Στις 16 Ιουλίου 1951 εκδόθηκε ένα από τα σημαντικότερα έργα της σύγχρονης λογοτεχνίας, «Ο Φύλακας στη Σίκαλη» J. D. Salinger. Το μυθιστόρημα περιγράφει τις εφηβικές ανησυχίες, την αγωνία, τη σεξουαλικότητα και την επαναστατικότητα της νεαρής ηλικίας. Έχει μεταφραστεί σε σχεδόν όλες τις γλώσσες και περίπου 250.000 αντίτυπά του πωλούνται κάθε χρόνο. Οι πωλήσεις του φτάνουν τα 65 εκατομμύρια. Έχει καταταχθεί επίσης στη λίστα με τα 100 καλύτερα μυθιστορήματα της αγγλικής γλώσσας που έχουν γραφτεί από το 1923.
«Ο Φύλακας στη Σίκαλη» ανήκει στα σημαντικότερα μυθιστορήματα της εφηβείας, μολονότι περιγράφει πολύ μικρό μέρος της ζωής του κεντρικού ήρωα Χόλντεν Κόλφιλντ. Ανήκει επίσης στα αντιπροσωπευτικότερα έργα του μεταπολεμικού ρεαλισμού και αναμφίβολα επηρέασε βαθιά τους συγγραφείς οι οποίοι δημιούργησαν τρεις δεκαετίες αργότερα το ρεύμα που ονομάστηκε νεορεαλισμός ή βρώμικος ή μινιμαλιστικός ρεαλισμός".
«Ο Χόλντεν, που βρίσκεται στο τέλος της εφηβείας του, ανήκει στους παρείσακτους, στους outsiders. Είναι ο κατ' εξοχήν αντιήρωας, ένα είδος σύγχρονου Χακ Φιν των μεγαλουπόλεων που διακατέχεται από αισθήματα αγάπης και απέχθειας για τον κόσμο και τους άλλους, αισθήματα ωστόσο που εκφράζουν μια αναμφισβήτητη αθωότητα, η δύναμη της οποίας πολλαπλασιάζεται από την αφοπλιστική αμεσότητα της γλώσσας του Χόλντεν, την απαράμιλλη φρεσκάδα της και την αριστοτεχνική απλότητα του ιδιώματος, με τις επαναλήψεις, τα στερεότυπα και την επιτηδευμένη «μαγκιά» που χαρακτηρίζει τη γλώσσα των εφήβων. Ο Χόλντεν αγαπάει τη μικρότερη αδελφή του Φοίβη με ανυπόκριτη αθωότητα, εκφράζεται με την ίδια αθωότητα όσον αφορά τον εαυτό του, δεν έχει μεγάλα όνειρα και φιλοδοξίες, ο κόσμος δεν του αρέσει (όπως συχνά δεν του αρέσει και ο εαυτός του), γι' αυτό και θέλει να φύγει για τα δυτικά. Απεχθάνεται τα σχολεία που αλλάζει συνεχώς, είναι ειρωνικός με τους δασκάλους του και τον κόσμο των μεγάλων, όμως ξέρει - και το παραδέχεται - ότι σύντομα και εκείνος θα αποτελεί μέρος του ίδιου κόσμου. Δεν έχει μεγάλες ιδέες για το παρόν και το μέλλον, για τον έρωτα, τη σταδιοδρομία και την επιτυχία. Μας αφηγείται κάποια από τα πρόσφατα περιστατικά της ζωής του σαν να εξομολογείται τις πιο ενδόμυχες σκέψεις του, λες και μιλάει σε μια παρέα φίλων του με τους οποίους συναντάται ένα βράδυ κάπου στη γειτονιά τους για να πουν πώς πέρασαν τη μέρα τους. Στην αφήγησή του ξεδιπλώνεται ο εσωτερικός κόσμος εκείνου που δεν ξέρει τον πραγματικό κόσμο, που δεν τον έχει μολύνει το καθεστώς εξαγοράς των αισθημάτων και των συνειδήσεων. Τον κόσμο των άλλων ο Χόλντεν τον μαθαίνει σιγά σιγά μέσα από τις μικρές διαψεύσεις του - και με την πίκρα της αμεσότητας».
Το βιβλίο προκάλεσε μεγάλες αντιδράσεις από τα πρώτα κιόλας χρόνια της κυκλοφορίας του: Το 1960, ένας καθηγητής απολύθηκε επειδή δίδασκε το μυθιστόρημα στους μαθητές της. Μεταξύ των ετών 1961 και 1982, ο «Φύλακας στη Σίκαλη» αποτελούσε το πιο λογοκριμένο βιβλίο στα σχολεία και τις βιβλιοθήκες των ΗΠΑ. Το 1981, ήταν παράλληλα το περισσότερο λογοκριμένο, αλλά και το βιβλίο που διδασκόταν ευρέως στα δημόσια σχολεία των ΗΠΑ. Σύμφωνα με την Αμερικανική Ένωση Βιβλιοθηκών, το μυθιστόρημα κατατάσσεται 10ο στα βιβλία που προκαλούσαν περισσότερο τη δεκαετία του ’90. Οι προκλήσεις αφορούσαν κατά κύριο λόγο στη χρήση της γλώσσας από τον συγγραφέα, αλλά και επειδή έκανε συχνά αναφορές σε σεξουαλικές έννοιες, υποβίβαζε τις οικογενειακές αξίες και τους ηθικούς κώδικες. Ο Holden ήταν κάθε άλλο παρά πρότυπο, καθώς προωθούσε την αντιδραστικότητα, το αλκοόλ, το κάπνισμα, το ψέμα. Η λογοκρισία και η αντίδραση απέναντι στο μυθιστόρημα είχα μάλλον το αντίθετο αποτέλεσα: οι αναγνώστες έκαναν ουρά στις βιβλιοθήκες για να δανειστούν το βιβλίο.
Ο Mark David Chapman, δολοφόνος του John Lennon, ο οποίος συνελήφθη έχοντας στην κατοχή του ένα αντίτυπο του βιβλίου, ο John Hinckley που επιχείρησε να δολοφονήσει τον Ronald Reagan, ο Robert John Bardo που πυροβόλησε τη Rebecca Schaeffer και άλλοι εγκληματίες έχουν συνδεθεί με τον «Φύλακα της Σίκαλης».
Ο φύλακας στη Σίκαλη μεταφράστηκε στα ελληνικά το 1978 από τη Τζένη Μαστοράκη. Για τη μεταφράστρια, ο ήρωας δεν πουλάει επανάσταση.
«Ο Χόλντεν Κόλφιλντ δεν είναι εύκολη περίπτωση. Δεν σου επιτρέπει να τον συμπονέσεις, δεν θέλει να τον αγαπήσεις, να τον κάνεις φίλο σου, να ταυτιστείς μαζί του έστω: είναι αδιαπέραστη η ερημιά του. Βλέπει τον κόσμο σαν αμείλικτος τριαντάρης, αλλά εκφράζεται με λεξιλόγιο και συντακτικό ενός πιτσιρικά. Δεν πουλάει επανάσταση. Απολύτως τίποτα δεν πουλάει. Απελπίζεται, αλλά δεν το λέει φωναχτά. Παραιτείται, αλλά δεν το κάνει ζήτημα. Εχει απίστευτο μεγαλείο και η απελπισία του και η παραίτησή του. Ισως γι' αυτό να έχει αντισταθεί ώς τώρα στις σχολικές αναλύσεις των αμερικανόπαιδων, στην άρνηση και στη λατρεία, στην παθολογία των φανατικών του και -προπάντων- στον χρόνο: γιατί μιλάει σε ό,τι πιο απελπισμένο έχουμε όλοι μέσα μας.